Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2009

Ένα ενδιαφέρον απάνθισμα ποιημάτων


«Ανδρέας Σ. Ιωάννου «Ανθολογία Ευβοέων Ποιητών» Έκδοση της Βιβλιοθήκης Χαλκίδας, Μάιος 2008
Αφοσιωμένοι στον τόπο τους οι Ευβοείς, αυτόχθονες και ετερόχθονες, όπως δείχνουν και οι δραστήριες ενώσεις τους, αποφάσισαν την επανέκδοση μιας παλαιάς και σήμερα πλέον δυσεύρετης ανθολογίας, που κατέγραφε το ποιητικό γίγνεσθαι κατά την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία. Το Εφορευτικό Συμβούλιο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Χαλκίδας, σε συνεργασία με την Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών, το Σύνδεσμο Φιλολόγων Ευβοίας και το Σύλλογο «Φίλοι του Γιάννη Σκαρίμπα», προχώρησε σε φωτοαναστατική ανατύπωση της ανθολογίας του Ανδρέα Ιωάννου, που τυπώθηκε στην Χαλκίδα από τον Αύγουστο του 1958 μέχρι τον Γενάρη του 1960, σε πεντακόσια αντίτυπα. Ταυτόχρονα, δημοσιευόταν, με τη μορφή οκτασέλιδων φυλλαδίων, στο περιοδικό «Ευβοϊκός Λόγος», που μόλις είχε ξεκινήσει το 1958. Κύπριος ο Ιωάννου, βρέθηκε μετά τον Πόλεμο, αρχικά Νομάρχης Σάμου και Δωδεκανήσου και στη συνέχεια, την πενταετία 1955-1960, Νομάρχης Ευβοίας, όπου και εξέδωσε τρία βιβλία, ένα λεύκωμα για τις «Βυζαντινές τοιχογραφίες της Εύβοιας», μια μελέτη για την «Εκκλησία του Αη-Γιώργη του Αρμά στην Εύβοια» και την ανθολογία ευβοέων ποιητών και ως συνέχεια των ανθολογιών κυπριακής ποίησης και πεζογραφίας, που είχε καταρτίσει. Στα εν συντομία αναφερόμενα βιογραφικά του Ιωάννου, να προσθέσουμε τη συμβολή του στις εικαστικές τέχνες, με σειρά μελετών, κυρίως, όμως, με την ίδρυση της Πινακοθήκης Ρόδου και την ενίσχυση άλλων πινακοθηκών, ενώ, το 1972, που πέθανε, μόλις είχε αναλάβει γενικός διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης.
Συνολικά ανθολογούνται 36 ποιητές, που θα εντάσσονταν στους μεσοπολεμικούς και τους ποιητές της πρώτης και δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, καθώς τα έτη γέννησής τους καλύπτουν το ευρύ φάσμα μιας τεσσαρακονταετίας, από το 1893 μέχρι το 1932. Από αυτούς, οι δέκα σημειώνεται πως γεννήθηκαν σε άλλα μέρη αλλά έζησαν στην Εύβοια, οι περισσότεροι δια βίου, με πρώτο και καλλίτερο, τον Γιάννη Σκαρίμπα. Στους 36 ποιητές συγκαταλέγονται και έξι γυναίκες, μεταξύ των οποίων η Μαργαρίτα Δαλμάτη και η Καλλιόπη Σκαρίμπα. Στην πρόσφατη επανέκδοση, έχει προστεθεί σύντομος πρόλογος του εκδοτικού φορέα αλλά λείπει ένα επιλογικό σημείωμα με πληροφορίες για τους ανθολογούμενους, πέραν του χρόνου και του τόπου γέννησής τους, που αναφέρονται στην αρχική έκδοση, το οποίο και θα έδινε την πορεία τους κατά τις ενδιάμεσες δεκαετίες. Την εποχή της ανθολόγησης, τρεις είχαν κιόλας πεθάνει, ο Κώστας Κουκής στα 26 του το 1929 και οι Γιώργος Φουρλής και Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, το 1944, έχοντας σαρανταρίσει. Οι συντελεστές της έκδοσης φαίνεται να πιστεύουν πως τα ποιήματα δεν χρειάζονται την ταυτότητα του δημιουργού τους για να συγκινήσουν, ωστόσο, θα ήταν μια καλή ευκαιρία να καταγραφούν αυτοί οι, εν πολλοίς, αφανείς Ευβοείς ποιητές. Γιατί, κι αν ορισμένοι από αυτούς είναι σήμερα γνωστοί, αυτό δεν οφείλεται στην ποιητική τους ιδιότητα.
Οι ποιητές παρατίθενται σε χρονολογική σειρά, με βάση το έτος της γέννησής τους, όπου ο Ιωάννου προτάσσει μεν ορθά τον Σκαρίμπα, αλλά με λανθασμένη την χρονολογία γέννησης, το 1897 αντί του 1893. Ακολουθεί ο Άγγελος Δρόσος, που γεννήθηκε το 1896 στην Ιστιαία Ευβοίας αλλά ήδη από τα δεκατέσσερά του βρέθηκε ορφανός στην Αθήνα, στρατεύθηκε στους Βαλκανικούς Πολέμους, και από τα σύνορα της Μακεδονίας πέρασε στη Μικρά Ασία και τη Σμύρνη, όπου παντρεύτηκε και ταυτόχρονα, άσκησε τη δημοσιογραφία ως συνεργάτης ελληνικών εφημερίδων και πολεμικός ανταποκριτής αθηναϊκών. Το 2005, η κόρη του, η ποιήτρια Καίτη Δρόσου, επανεξέδωσε τη μαρτυρία του από την Καταστροφή του 1922, «Ανάμεσα στους πεθαμένους», με υπότιτλο «Το βιβλίο του χαλασμού», που είχε εκδώσει ο Δρόσος το 1933, όντας δημοσιογράφος στην Αθήνα. Είχαν προηγηθεί τα ποιητικά του, «Ρυθμοί δίχως ρίμες» του 1924 και «Δισταγμοί» του 1931.
Από τους υπόλοιπους, γνωστοί σε εμάς, σήμερα, είναι οι νεότεροι της ανθολογίας, με πρώτη την Δαλμάτη, που κι αυτή δεν θα χαρακτηριζόταν Χαλκιδαία, μια και εγκατέλειψε τη γενέτειρά της το 1937, στα δεκαέξι της. Η Δαλμάτη διέπρεψε στο χώρο της μουσικής και ως τσεμπελίστρια. Γνωστή δοκιμιογράφος, συγγραφέας θεατρικών έργων, κυρίως μεταφράστρια της ιταλικής λογοτεχνίας και της νεοελληνικής ποίησης στα ιταλικά, τιμήθηκε με τον Σταυρό του Ιππότη της Ιταλικής Δημοκρατίας για τη συμβολή της στις μορφωτικές σχέσεις των δυο χωρών. Όσο για την ποιήτρια, πέραν των δυο συλλογών, που ανθολογεί ο Ιωάννου, εξέδωσε μια τρίτη, «Οδηγός Μουσείου» το 1964, και την συγκεντρωτική, «Ποίηση», το 1971, για την οποία και βραβεύτηκε με το πρώτο κρατικό βραβείο, ενώ το δεύτερο είχε απονεμηθεί στην Κική Δημουλά.
Και ακολουθεί ο Σπύρος Κοκκίνης, γεννημένος στη Χαλκίδα το 1928, που έγραψε, πέρα από ποιήματα, διηγήματα και μελετήματα, συμπτωματικά, μάλιστα, τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο ταξιδιωτικών εντυπώσεων για το βιβλίο του, «Ταξίδια στην Ελλάδα», το 1976, τη χρονιά που ο Σκαρίμπας έπαιρνε το πρώτο κρατικό βραβείο διηγήματος για τη συλλογή του «Φυγή προς τα εμπρός». Μετά έρχονται, ο συνομήλικός του Βασίλης Κούλης από τους Καλημεριάνους της Κύμης, που, εκτός των άλλων, μετέφρασε και τους «Μεταφυσικούς ποιητές» του Τ.Σ. Έλιοτ, ο δημοσιογράφος Γιώργος Πηλιχός, γεννημένος το 1929 στο Κιλκίς αλλά μεγαλωμένος στην Εύβοια, που πέθανε προς πενταετίας, ο Γιάννης Γκίκας, γεννημένος το 1930 στην Αθήνα αλλά κάτοικος παιδιόθεν της Καρύστου, με τα θαυμάσια «Κάστρα» του και ο συνομήλικός του, παιδαγωγός και συγγραφέας, Γιώργος Παπαστάμος, με διηγήματα από τον Εμφύλιο, ποιήματα αλλά και σημαντικές μελέτες. Φίλος του Σκαρίμπα, επιμελητής του αφιερώματος στο περιοδικό «Διαβάζω», πέθανε κι αυτός προ διετίας. Και μένουν δύο μάχιμοι και γνωστοί στο αθηναϊκό κοινό, ο θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος Κώστας Ασημακόπουλος και ο βενιαμίν της ανθολογίας, Τάκης Μαστροδημήτρης, γεννημένος στο Μαντούδι Ευβοίας. Στον, όχι και ευκαταφρόνητων διαστάσεων, τόμο, «Ευκαρπίας Έπαινος», αφιέρωμα στον καθηγητή Παναγιώτη Δ. Μαστροδημήτρη, που μόλις κυκλοφόρησε, προτάσσεται ένα εμπεριστατωμένο μελέτημα του Γιώργου Ανδρειωμένου για το έργο του, με αναγραφή των δημοσιευμάτων του. Ωστόσο, τα ποιήματα της νεότητας, δημοσιευμένα κυρίως στο περιοδικό «Ευβοϊκός Λόγος», δεν μνημονεύονται. Κι όμως, ακόμη κι αν πρόκειται για νεανικές παρασπονδίες και στη συνέχεια ο καθηγητής δεν έγραψε ούτε ένα στίχο, αποτελούν τεκμήριο ευαισθησίας, συνιστώντας καλές αφετηρίες για τον φιλόλογο. Απορούμε μια σημερινή ανθολογία ευβοέων ποιητών τι ψαριά θα έβγαζε.
Μ. Θεοδοσοπούλου

Μια αμνημόνευτη ποιήτρια


Καλλιόπη Σκαρίμπα "Ποιήματα" Έκδοση της Βιβλιοθήκης Χαλκίδας Χαλκίδα, 2008 "Τα Νεφούρια" Ένα φυλλάδιο της "Διαμέτρου" Τεύχος 20 Φθινόπωρο 2008


Δυο εκδόσεις για την ποιήτρια Καλλιόπη Σκαρίμπα, με στόχο, όπως εκ προοιμίου ορίζεται, να ανασυρθεί από την αφάνεια. Επαινετέα η διπλή χειρονομία, τόσο των ευβοϊκών ενώσεων να εκδώσουν ένα συγκεντρωτικό τόμο με τα ποιήματά της, όσο και του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου να της αφιερώσει το εικοστό τεύχος του περιοδικού του, με το οποίο και συμπληρώνει δεκαετή παρουσία. Ωστόσο, ας μας επιτραπεί ο αντίλογος και λόγω, ας πούμε, φυλετικής συγγένειας. Αναρωτιόμαστε, ήταν άραγε ανάγκη, ακόμη και σε αυτήν την μεταθανάτια και τόσο καθυστερημένη μνημόνευση, οι τρεις λέξεις να είναι για τον αδελφό της, Γιάννη Σκαρίμπα, και άντε, η μία, κι αυτή τσιγκούνικη, για την ίδια.
Κατ' αρχήν, όσο ακύμαντη κι αν υπήρξε η ζωή της, αντιστοιχούσε και σε αυτήν ένα βιογραφικό σημείωμα, που αν δεν το γράψουν οι συντοπίτες της, πως να παραδειγματιστούν οι ξενοχωρίτες, που καταρτίζουν τα λεξικά και τις γραμματολογίες. Η μοναδική πληροφορία που δίνεται και στις δυο εκδόσεις είναι πως γεννήθηκε το 1916 και πέθανε το 1983, ζώντας μονίμως στην Χαλκίδα και στη "βαριά σκιά του αδελφού της". Να σημειώσουμε, όμως, πως στην "Ανθολογία Ευβοέων Ποιητών" του Ανδρέα Ιωάννου, ο οποίος ήταν κάτοικος Χαλκίδας την περίοδο 1955-1960, που ετοίμαζε την ανθολογία του, και θα γνώριζε την οικογένεια Σκαρίμπα, το πιθανότερο και την ίδια προσωπικά, αναφέρεται πως γεννήθηκε το 1915 στην Πάτρα και ζούσε από το 1924 στην Χαλκίδα. Επίσης, το 1915 αναφέρεται ως έτος γεννήσεως της Σκαρίμπα και στο "χρονολόγιο" του αφιερώματος στον Σκαρίμπα, που συνέταξε, το 1991, για το περιοδικό "Διαβάζω" ο ευβοέας φίλος τους Γιώργος Παπαστάμος. Μπορεί, λοιπόν, όπως ο Σκαρίμπας δεν γεννήθηκε στην Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος, όπως καταθέτουν οι παλαιότερες πηγές, αλλά στο Αίγιο και η Σκαρίμπα να γεννήθηκε στην Πάτρα και όχι στην Χαλκίδα. Θα ήταν, λοιπόν, μια ευκαιρία να ξεκαθάριζαν τα βιογραφικά της.
Στην πρόσφατη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων της επανεκδίδονται οι τρεις ποιητικές συλλογές της αλλά όχι άπαντα τα ποιήματά της, καθώς αρκετά ακόμη βρίσκονται σκόρπια σε περιοδικά. Με την ευκαιρία, θα αναμενόταν η καταγραφή τους. Σύμφωνα και με τη μελέτη της Αλεξάνδρας Μπουφέα για τα λογοτεχνικά περιοδικά της Κατοχής, η Σκαρίμπα δεν φαίνεται να κινήθηκε στα περιοδικά που δημοσίευε ο αδελφός της. Ενώ, σε εκείνη την περίοδο, ο Σκαρίμπας δημοσίευσε συνολικά σε έξι περιοδικά, η Σκαρίμπα συμμετείχε μόνο σε ένα από αυτά, στα "Ευβοϊκά Γράμματα", δημοσίευσε, όμως, ένα ποίημα στα "Ηπειρωτικά Γράμματα", όπου δεν υπάρχει συνεργασία του Σκαρίμπα. Στα "Ευβοϊκά Γράμματα", η Σκαρίμπα δημοσίευσε συνολικά δέκα ποιήματα, μεταξύ των οποίων το σατιρικό "Αντίποινα" ως απάντηση στο χλευαστικό για τις γυναίκες ποίημα του Ανδρέα Ζώντου. Η Μπουφέα αξιολογεί και τα τέσσερα πεζά, που δημοσιεύει η Σκαρίμπα στο περιοδικό ως αποσπάσματα από ανέκδοτο μυθιστόρημα.
Ένα περιοδικό της Κατοχής, που είχε, όμως, ξεκινήσει νωρίτερα και συνεπώς, δεν συμπεριλαμβάνεται στη μελέτη της Μπουφέα, είναι τα "Πειραϊκά Γράμματα", που ξεκινούν τον Ιανουάριο του 1940 και μετονομαζόμενα, από τον Ιούλιο του 1943, σε "Γράμματα", συνεχίζουν μέχρι το 1947. Το συγκεκριμένο περιοδικό έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την περίπτωση της Σκαρίμπα, καθώς υπογραμμίζει τη μοίρα της αμνημόνευτης ποιήτριας, που της έλαχε σαν αδελφής σημαντικού συγγραφέα. Όπως πλείστα όσα περιοδικά, έτσι και τα "Πειραϊκά Γράμματα", αναγράφουν στο εξώφυλλο κάθε τεύχους τα ονόματα των συνεργατών, πλην, όμως, της Σκαρίμπα, λες και αρκεί ένας Σκαρίμπας στο εξώφυλλο. Τον Ιούνιο του 1943, δίπλα στο "Η μικρή κυρία" του Σκαρίμπα, δημοσιεύει και η Σκαρίμπα το "Ζαβολιές", ποίημα εφάμιλλο, αν όχι καλύτερο, του αδελφικού στιχουργήματος. Να, λοιπόν, που, με ένα πρόχειρο ξεφύλλισμα, έχουμε δυο ενδιαφέροντα ποιήματα της Σκαρίμπα, "Αντίποινα" και "Ζαβολιές", που δεν συμπεριλαμβάνονται στις συλλογές της, ούτε αυτούσια ούτε σε παραλλαγμένη μορφή.
Οι τρεις ποιητικές συλλογές, που επανεκδίδονται στον τόμο, είναι "Η Σιωπή των ουρανών" από τις εκδόσεις Μαυρίδη, "Ναδίρ", χωρίς αναφορά εκδοτικού οίκου, με την αναγραφή στο εξώφυλλο, Χαλκίδα 1970, και "Ίσιδα", και πάλι χωρίς εκδότη, με την αναγραφή, Χαλκίδα 1977. Ως χρονολογία έκδοσης της πρώτης συλλογής μνημονεύεται το 1949, ενώ ο Παπαστάμος στο "χρονολόγιο" την τοποθετεί το 1950. Στη συγκεντρωτική έκδοση προτάσσεται πρόλογος του Μανώλη Κεραμάρη εκ μέρους της Βιβλιοθήκης Χαλκίδας, παλαιότερο κείμενο του Δημήτρη Διακομόπουλου και κείμενο του Νίκου Γριπονησιώτη, ένα από τα πολλά ψευδώνυμα του Τριανταφυλλόπουλου, που ο ίδιος έχει αποκαλύψει.
Ευβοέας ο Διακομόπουλος, υποθέτουμε κάτοικος Χαλκίδας, δίνει την εικόνα μιας φευγαλέας φιγούρας, που περιδιάβαζε στους δρόμους της πόλης. Γενικότερα, περιγράφει την Σκαρίμπα μονήρη και απόμακρη. Ωστόσο, όπως και σε άλλα κείμενά του, η ποιητική του διάθεση θολώνει τα πρόσωπα, μειώνοντας την αξία της μαρτυρίας. Όσο για τον Γριπονησιώτη, αυτός εστιάζει σε ένα ποίημα της πρώτης συλλογής, "Το άλλο ταξείδι", που είναι αφιερωμένο στον αδελφό της, και το συγκρίνει με το ποίημα "Νοσταλγία", που είχε δημοσιευθεί στα "Ευβοϊκά Γράμματα", το 1944. Κατά τον μελετητή, συμπερασματικά, η Σκαρίμπα "κρατάει του αδελφού της ένα συμπαθητικό, αλλά όχι πάντα ευδιάκριτο ίσο". Μερικές φορές διακρίνει "το περίγραμμα των αχναριών της ή το όποιο μέταλλο της δικής της φωνής". Δυο κείμενα, τα οποία μάλλον δεν ανοίγουν την όρεξη ενός αναγνώστη, που τυχαίνει να μην έχει ποτέ του ακούσει το όνομα Καλλιόπη Σκαρίμπα. Τουλάχιστον ας υιοθετούσαν οι επιμελητές την τακτική του Γ. Π. Σαββίδη, που έδινε πάντοτε τον πρώτο λόγο στον συγγραφέα, παραθέτοντας τα συνοδευτικά κείμενα ως επίλογο.
Αλλά ο πρώτος λόγος δεν δίνεται στην Καλλιόπη Σκαρίμπα ούτε στο αφιέρωμα του περιοδικού. Τα "Νεφούρια" δεν ξεκινουν με πρωτοσέλιδο ποίημα της Σκαρίμπα, ως είθισται σε τεύχη τιμής, αλλά με ποίημα γραμμένο στη μνήμη της. Ούτε, όμως, Χαλκιδαίου ούτε κάποιου που να την είχε γνωρίσει, αλλά νεότερου πελοποννήσιου ποιητή. Όσο για τα ποιήματα της ίδιας, αυτά περιορίζονται στις εσωτερικές σελίδες. Μετά το εισαγωγικό ποίημα, δημοσιεύεται μια ανάμνηση του Λουκά Κούσουλα από το 1946, όταν δεκαεπταετής παραθέριζε στις κατασκηνώσεις της Ιτέας και χάρις σε ένα φίλο του, είχε συναντήσει την Σκαρίμπα. Το κυρίως σώμα του αφιερώματος συνίσταται από τα μελετήματα δυο πανεπιστημιακών, που έχουν καθιερωθεί ως "οι βαθείς γνώστες του Σκαρίμπα". Ο ένας, ο λέκτορας του Πανεπιστημίου της Λειψίας, Συμεών Γρ. Σταμπουλός, σχολιάζει την ποίηση τής Σκαρίμπα, επισημαίνοντας, αφενός μεν αντηχήσεις από Μαρία Πολυδούρη και αφετέρου, ποιήματα "γραμμένα εν πολλοίς με τον τρόπο του Σκαρίμπα". Και ο άλλος, η Κατερίνα Κωστίου, ψηλαφεί στίχο προς στίχο την Σκαρίμπα, ψαύοντας το σώμα του αδελφού της. Θα λέγαμε, πως, σύμφωνα και με την τρέχουσα ορολογία, οι μελετητές εξαντλούν το θέμα της διακειμενικότητας. Τι θα είχαν, ωστόσο, να πουν σε ένα νεότερο αναγνώστη, που δεν έτυχε να διαβάσει (όσο αδιανόητο κι αν φαίνεται) ούτε Γιάννη Σκαρίμπα ούτε Πολυδούρη;
Κατά τα άλλα, ο επιμελητής του αφιερώματος απορεί γιατί δεν υπάρχει η Καλλιόπη Σκαρίμπα στο νεότευκτο Λεξικό της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Επίσης, αναφέρει πως δεν κατόρθωσε να εντοπίσει κάποια κριτική για τις ποιητικές συλλογές της. Δίκην παραδείγματος, αναδημοσιεύουμε την κριτική για την πρώτη συλλογή της του Αλέξανδρου Αργυρίου. Όπου, και πάλι, θα ήταν μια καλή ευκαιρία, κάποιος φιλόλογος, που θα αξιολογούσε να ασχοληθεί με την ίδια την Σκαρίμπα, και όχι ως έτερον ήμισυ του αδελφού της, να καταρτίσει την, έστω και ισχνή, βιβλιογραφία της. Από την άλλη, οργισμένοι Χαλκιδαίοι θα αναφωνήσουν. Μετά εικοσιπενταετή λήθη, της αφιερώνουμε δυο εκδόσεις και εσείς μεμψιμοιρείτε! Σχετική λήθη, θα αποκρινόμαστε. Ας σερφάρουν στο Διαδίκτυο και θα την βρουν μπροστά από τον αδελφό της, δίπλα δίπλα με τον Τάκη Σινόπουλο.
Μ. Θεοδοσοπούλου